Θρησκεία και Πολιτική: Γιατί η Κοινωνία Βυθίζεται στην Παρακμή;
Η Διάρρηξη μιας Αρχαίας Σχέσης
Στην καρδιά κάθε ακμάζοντος πολιτισμού υπήρχε ανέκαθεν μία λεπτή αλλά αδιαμφισβήτητη ισορροπία: η σχέση μεταξύ πνευματικής αυθεντίας και κοσμικής εξουσίας. Δεν πρόκειται απλώς για τη σύγκρουση ανάμεσα σε θρησκεία και πολιτική με την επιφανειακή έννοια που της αποδίδει η σύγχρονη σκέψη, αλλά για κάτι βαθύτερο: την οργανική σύνδεση ανάμεσα στη μεταφυσική αλήθεια και την πρακτική διακυβέρνηση της κοινωνίας.
Η πρώτη δεν ήταν απλώς ένα σύνολο δογμάτων ή ένας θεσμός που υπαγόρευε συμπεριφορές· ήταν ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρεφόταν το νόημα της ύπαρξης. Η δεύτερη δεν ήταν απλώς η διαχείριση κρατικών υποθέσεων, αλλά η εγκόσμια αντανάκλαση ενός ανώτερου νόμου, αυτού που έδινε στην “εξουσία της γης την έγκριση του ουρανού”.
Σήμερα, αυτή η αρμονία έχει διαταραχθεί ανεπανόρθωτα. Όχι μόνο η πνευματικότητα έχει αποσυνδεθεί από την πολιτική, αλλά και η ίδια η έννοια της πνευματικότητας έχει διαστρεβλωθεί.
Η σύγχρονη κοινωνία της πληροφορίας απογυμνώνει τον άνθρωπο από κάθε υπερβατική διάσταση και τον εγκλωβίζει σε ένα πλαίσιο αμιγώς υλικό, όπου η πολιτική δρα ανεξάρτητα από κάθε ηθικό ή μεταφυσικό θεμέλιο. Αυτός ο χωρισμός δεν υπήρξε ούτε φυσικός ούτε αναπόφευκτος.
Δεν πρόκειται απλώς για τη σύγκρουση ανάμεσα σε θρησκεία και πολιτική
Ο René Guénon, στο έργο του Πνευματική Αυθεντία και Κοσμική Εξουσία, δεν βλέπει αυτή τη διάσπαση ως απλό ιστορικό φαινόμενο. Αντίθετα, τη θεωρεί κορυφαία ένδειξη της κοινωνικής παρακμής.
Ο ίδιος αναφέρει:
«Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούμε να πούμε ότι η αντιπαράθεση αυτή και οι μάχες που γέννησε είναι «παλιές όσο και ο κόσμος», ακολουθώντας μια έκφραση της οποίας γίνεται πολύ συχνά κατάχρηση· θα ήταν μια έκδηλη υπερβολή καθώς, για να φτάσουν να δημιουργηθούν οι μάχες αυτές, απαιτήθηκε πρώτα ο διαχωρισμός των δύο εξουσιών, πράγμα που προϋποθέτει μια προγενέστερη κατάσταση, στην οποία βρίσκονταν ενωμένες σε μια ανώτερη σύνθεση.»
Η απώλεια της πνευματικής καθοδήγησης από την πολιτική δεν οδήγησε σε μια πιο “ορθολογική” διακυβέρνηση, όπως συχνά ισχυρίζονται οι απολογητές της νεωτερικότητας, αλλά σε ένα κενό νοήματος, όπου η εξουσία μετατρέπεται σε αυτοσκοπό και η κοινωνία αποσυντίθεται.
Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι η αποκοπή της πολιτικής από την πνευματική της υπόσταση δεν ήταν εξέλιξη, αλλά εκτροπή.
Η μάχη ανάμεσα σε πολιτική και θρησκεία για τη διατήρηση της εξουσίας έφτασε τον κόσμο στην παρακμή
Στην αρχαιότητα, οι βασιλείς και οι άρχοντες δεν κυβερνούσαν αυθαίρετα· δεν είχαν τη δύναμη απλώς επειδή μπορούσαν να την επιβάλουν. Αντίθετα, η εξουσία τους αντλούσε το κύρος της από την ικανότητά τους να λειτουργούν ως ενδιάμεσοι μεταξύ του υπερβατικού και του εγκόσμιου. Ο βασιλιάς ήταν φορέας μιας ανώτερης αρχής, όχι απλώς ένας διαχειριστής της ύλης.
Τι σημαίνει, όμως, αυτή η διάρρηξη για τη σύγχρονη κοινωνία; Ποια είναι τα αποτελέσματα της οριστικής επικράτησης του υλιστικού και τεχνοκρατικού μοντέλου έναντι μιας κοινωνίας που άλλοτε κατανοούσε τη ζωή ως μια πορεία προς το απόλυτο;
Ο Guénon δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας: όταν η πολιτική χειραφετείται πλήρως από κάθε πνευματική αναφορά, δεν οδηγεί σε μεγαλύτερη ελευθερία ή πρόοδο, αλλά σε ένα κενό εξουσίας, στο οποίο το μόνο κριτήριο γίνεται η ισχύς και το συμφέρον.
Ο ίδιος προειδοποιεί:
«Μόνο στην τελευταία από τις τέσσερις αυτές εποχές, την οποία η ινδουιστική παράδοση ονομάζει Kali-Yuga ή «σκοτεινό αιώνα», και η οποία αντιστοιχεί στην εποχή που βρισκόμαστε σήμερα, θα μπορούσε να έχει συμβεί η ανατροπή της κανονικής τάξης και, πριν απ’ όλα, θα μπορούσε η κοσμική εξουσία να υπερισχύσει της πνευματικής· όμως οι πρώτες εκδηλώσεις της εξέγερσης των Ξατρίγιας ενάντια στην αυθεντία των Βραχμάνων είναι δυνατόν, παρ’ όλα αυτά, να χρονολογηθούν πολύ νωρίτερα από την αρχή της εποχής αυτής, μια αρχή που είναι και η ίδια πολύ προγενέστερη απ’ οτιδήποτε γνωρίζει η συνηθισμένη ή «βέβηλη» ιστοριογραφία.»
Η σημερινή κοινωνία ζει ακριβώς αυτό το στάδιο: η πολιτική δεν είναι πλέον προέκταση ενός ανώτερου κοσμικού νόμου, αλλά αποκλειστικά διαχείριση ύλης και εξουσίας, χωρίς ουσιαστικό σκοπό. Έτσι, καταλήγουμε σε ηγεσίες που δεν καθοδηγούν, αλλά απλώς κυβερνούν, και σε κοινωνίες που δεν διαμορφώνονται από υψηλά ιδανικά, αλλά από τον συσχετισμό δυνάμεων και την εξυπηρέτηση επιμέρους συμφερόντων.
Το ερώτημα είναι: υπάρχει επιστροφή από αυτό το σημείο; Αν ναι, μπορεί η θρησκεία –όχι ως θεσμικός δογματισμός, αλλά ως βαθιά πνευματική αυθεντία– να ξαναδώσει προσανατολισμό στην πολιτική εξουσία; Πώς μπορεί ο σύγχρονος άνθρωπος, απομακρυσμένος από κάθε πνευματική αναφορά, να ξαναβρεί την ισορροπία του μέσα σε έναν κόσμο που βυθίζεται στην παρακμή;
Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες, αλλά αν υπάρχουν, σίγουρα θα τις βρούμε εκεί που η πνευματική σοφία προηγείται της δύναμης και όχι το αντίστροφο.
Η Θρησκευτική Αρχή ως Καθοδηγητής της Πολιτικής: Πνευματικότητα και Εξουσία
Η παραδοσιακή κοινωνία δεν αντιλαμβανόταν την πνευματική αυθεντία ως μια ξεκομμένη θεσμική δομή, ούτε την πολιτική ως μια αυτόνομη διαδικασία διαχείρισης εξουσίας. Αντίθετα, η πνευματική καθοδήγηση ήταν η υπέρτατη αρχή, από την οποία αντλούσε κύρος κάθε μορφή διακυβέρνησης.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η θρησκεία, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, είχε πάντα ρόλο εξουσιαστικό ή καταναγκαστικό. Ούτε ότι η πολιτική εξουσία ήταν απλώς το εκτελεστικό όργανο της θρησκευτικής τάξης. Αντίθετα, υπήρχε μια φυσική ιεραρχία, κατά την οποία η γνώση προηγείται της δράσης, και η σοφία προηγείται της επιβολής.
Ο René Guénon εξηγεί ότι αυτή η αρχή διαποτίζει όλους τους μεγάλους πολιτισμούς. Από την ινδουιστική κοσμοθέαση μέχρι τις αυτοκρατορικές δυναστείες της Κίνας, και από την αρχαιοελληνική φιλοσοφία μέχρι τη χριστιανική Ευρώπη, η πνευματική αυθεντία είχε πάντα προτεραιότητα έναντι της πολιτικής εξουσίας.
Αυτή η σχέση δεν ήταν τυχαία, αλλά εξέφραζε μια αντανάκλαση της ίδιας της κοσμικής τάξης:
«Εάν αυτός ο πολύ απλός κανόνας, τουλάχιστον για εκείνους που αντιλαμβάνονται σωστά την ιεραρχία, τηρούνταν και εφαρμοζόταν όπως αρμόζει, καμία σύγχυση των πεδίων και κανένα σφάλμα “δικαιοδοσίας”, ας το πούμε έτσι, δεν θα συνέβαινε ποτέ.»
Η πολιτική, σύμφωνα με αυτήν την οπτική, δεν είναι ένας ανεξάρτητος μηχανισμός αλλά μια λειτουργία που αντλεί νόημα από την πνευματική τάξη. Όπως ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει μόνο με υλικές αξίες χωρίς να βυθιστεί σε υπαρξιακή κρίση, έτσι και η πολιτική δεν μπορεί να υπάρξει ως ένα απομονωμένο παιχνίδι δύναμης, αποκομμένο από ανώτερες αρχές.
Από τους Βραχμάνους στους Αυτοκράτορες: Η Πνευματικότητα ως Οδηγός της Πολιτικής
Ένα από τα παραδείγματα που χρησιμοποιεί ο Guénon για να καταδείξει την ιεραρχική τάξη μεταξύ πνευματικής αυθεντίας και κοσμικής εξουσίας είναι το ινδουιστικό σύστημα των καστών. Οι Βραχμάνοι, η τάξη των ιερέων και των σοφών, είχαν ανώτερη θέση από τους Ξατρίγιας, τους πολεμιστές και κυβερνήτες. Δεν ήταν μια αυθαίρετη κοινωνική διαίρεση, αλλά ένα μοντέλο όπου η γνώση κυβερνά τη δύναμη.
Το ίδιο παρατηρείται και στη μεσαιωνική Ευρώπη, όπου η ιδέα του “Θείου Χρίσματος” υπογράμμιζε ότι η βασιλική εξουσία δεν ήταν αυτόνομη, αλλά υποταγμένη στην ανώτερη αρχή της
θρησκευτικής σοφίας.
Ο Guénon επισημαίνει ότι η διάρθρωση αυτή διατηρούσε την κοινωνική συνοχή, όχι γιατί επέβαλλε τη θρησκεία ως μηχανισμό ελέγχου, αλλά γιατί έδινε στην πολιτική έναν ανώτερο προσανατολισμό. Ο βασιλιάς δεν ήταν απλώς ένας διοικητής, αλλά ένας ενδιάμεσος κρίκος μεταξύ του υπερβατικού και του εγκόσμιου:
«Η εξάρτηση της κοσμικής εξουσίας από την πνευματική αυθεντία έχει το ορατό σημάδι της στο χρίσμα των βασιλέων: οι τελευταίοι είναι πραγματικά “νόμιμοι” μόνο όταν έχουν λάβει από το ιερατείο την ανάθεση και την καθιέρωση, η οποία συνεπάγεται τη μετάδοση μιας “πνευματικής επιρροής” απαραίτητης για την κανονική άσκηση των λειτουργιών τους.»
Όταν αυτή η σύνδεση διατηρήθηκε, οι κοινωνίες είχαν σταθερότητα και προσανατολισμό. Όταν, όμως, η πολιτική εξουσία άρχισε να αμφισβητεί την πνευματική καθοδήγηση, ξεκίνησε μια αργή αλλά αναπόφευκτη αποσύνθεση της κοινωνικής δομής.
Η Ρήξη: Όταν η Πολιτική Σφετερίζεται την Πνευματική Αυθεντία με πρόσχημα τη Θρησκεία
Η διάρρηξη αυτής της ισορροπίας δεν ήταν ξαφνική. Ο Guénon αναλύει πώς η πολιτική εξουσία, διαβρωμένη από την επιθυμία αυτονομίας, επιχείρησε σταδιακά να αποδεσμευτεί από την πνευματική καθοδήγηση. Σε ιστορικό επίπεδο, αυτό εκδηλώθηκε ως:
- Η σταδιακή εκκοσμίκευση της διακυβέρνησης, όπου οι βασιλείς άρχισαν να θεωρούν ότι δεν χρειάζονται πνευματική νομιμοποίηση.
- Η εργαλειοποίηση της θρησκείας, όπου η πνευματικότητα υποτάχθηκε στις ανάγκες της εξουσίας και μετατράπηκε από οδηγό σε όργανο πολιτικού ελέγχου.
- Η εμφάνιση της κρατικής ιδεολογίας ως υποκατάστατο της θρησκευτικής καθοδήγησης, δημιουργώντας νέες κοσμικές “θρησκείες”, όπως ο εθνικισμός, ο σοσιαλισμός ή ο τεχνοκρατικός ορθολογισμός.
Ο Guénon θεωρεί ότι αυτή η εξέλιξη προανήγγειλε τη σημερινή παρακμή. Όταν η πολιτική ανακηρύσσει τον εαυτό της ως τη μοναδική αυθεντία, η εξουσία μετατρέπεται σε αυτοσκοπό. Η πνευματικότητα δεν απορρίπτεται πλήρως, αλλά μετασχηματίζεται σε ένα απονευρωμένο κατασκεύασμα, απογυμνωμένο από την αληθινή της δύναμη.
Θρησκεία ή Πνευματικότητα; Ο Guénon, η Πολιτική και η Αναζήτηση της Αληθινής Ιερής Τάξης
Εδώ είναι σημαντικό να ξεκαθαριστεί μια διάκριση που κάνει ο Guénon: άλλο η θρησκεία ως κοινωνικός θεσμός, άλλο η πνευματικότητα ως ανώτερη αρχή.
Δεν υποστηρίζει ότι ο κόσμος πρέπει να επιστρέψει σε έναν τυφλό δογματισμό ή σε μια κυριαρχία των εκκλησιαστικών θεσμών επί της πολιτικής. Αυτό θα ήταν απλώς μια άλλη μορφή εξουσιαστικού μηχανισμού.
Αντίθετα, υποστηρίζει ότι η πολιτική δεν μπορεί να λειτουργήσει ορθά αν δεν έχει έναν ανώτερο σκοπό. Και αυτός ο σκοπός δεν μπορεί να είναι καθαρά υλικός. Η πνευματική αυθεντία δεν σημαίνει απλώς τη θρησκευτική εξουσία, αλλά την ύπαρξη μιας ανώτερης κοσμικής τάξης, στην οποία ο άνθρωπος και η κοινωνία οφείλουν να προσαρμόζονται.
Μάλιστα αναφέρει ρητά:
«Η πνευματική αυθεντία, η οποία συνδέεται με τη μεταφυσική και υπερβατική γνώση, είναι η μόνη που έχει έναν αληθινά “υπερφυσικό” χαρακτήρα· όλα τα υπόλοιπα ανήκουν στη “φυσική” τάξη […] Επιπλέον, ο ατομικισμός και η φυσιοκρατία συνδέονται αρκετά στενά, διότι δεν είναι, κατά βάθος, παρά μόνο δύο όψεις του ιδίου πράγματος, ανάλογα με το αν εξετάζεται σε σχέση με τον άνθρωπο ή σε σχέση με τον κόσμο – και θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε, πολύ γενικά, ότι η εμφάνιση “φυσιοκρατικών” ή αντι-μεταφυσικών δογμάτων συντελείται όταν το στοιχείο που αντιπροσωπεύει την κοσμική εξουσία υπερισχύει, σ’ έναν πολιτισμό, έναντι εκείνου που αντιπροσωπεύει την πνευματική αυθεντία.»
Μπορεί άραγε να Αποκατασταθεί η Ισορροπία;
Σήμερα, η πολιτική μοιάζει ανίσχυρη, η εξουσία στερείται αυθεντίας και η κοινωνία ταλαντεύεται ανάμεσα σε υλισμό και αβεβαιότητα. Ο Guénon υπογραμμίζει ότι αυτή η κατάσταση δεν είναι τυχαία. Είναι το αποτέλεσμα ενός κόσμου που έχει διακόψει κάθε σχέση με την πνευματική του διάσταση.
Αν η πολιτική θέλει να ξαναβρεί την αυθεντικότητά της, δεν χρειάζεται απλώς νέες ιδεολογίες ή πιο «αποτελεσματικές» κυβερνήσεις ή μια θρησκεία να την χειραγωγεί. Χρειάζεται ένα νέο προσανατολισμό, βασισμένο σε αρχές που δεν μεταβάλλονται σύμφωνα με τις επιθυμίες της στιγμής.
Αυτό το βιβλίο δεν προτείνει απλές λύσεις. Προσφέρει μια ριζική αναθεώρηση της σχέσης ανάμεσα σε θρησκεία, πολιτική και πνευματικότητα. Και ίσως, στην εποχή της μεγαλύτερης σύγχυσης, είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται να ακούσουμε.
Ο Guénon δεν προτείνει πολιτικές λύσεις. Η παρακμή της σύγχρονης κοινωνίας δεν είναι απλό ζήτημα πολιτικής μεταρρύθμισης. Το πρόβλημα είναι ριζικό και μεταφυσικό.
Υπάρχει όμως ελπίδα;
Ο ίδιος γράφει:
«Εάν υπάρχει ακόμη, μέσα στις παρούσες συνθήκες, κάποια ελπίδα σωτηρίας για τον δυτικό κόσμο, φαίνεται ότι αυτή θα πρέπει να βρίσκεται, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, στη διατήρηση της μοναδικής παραδοσιακής αυθεντίας που εξακολουθεί να υπάρχει εκεί· είναι όμως απαραίτητο γι’ αυτό η εν λόγω αυθεντία να είναι πλήρως συνειδητοποιημένη, έτσι ώστε να είναι ικανή να προσφέρει μια αποτελεσματική βάση σε προσπάθειες που κινδυνεύουν, σ’ άλλη περίπτωση, να παραμείνουν διασκορπισμένες και ασυντόνιστες.»
Η λύση που υπονοεί είναι η επιστροφή στις αυθεντικές παραδόσεις. Όχι ως επιφανειακή επιστροφή στη θρησκεία, ούτε βέβαια τη στροφή προς τον δογματισμό. Υποστηρίζει την αναζήτηση ενός ανώτερου -πνευματικού- νοήματος που θα καθοδηγήσει ξανά την εξουσία.
Γιατί Πρέπει να Διαβάσεις Αυτό το Βιβλίο;
Το Πνευματική Αυθεντία και Κοσμική Εξουσία, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δαιδάλεος, δεν είναι ένα ακόμη βιβλίο πολιτικής φιλοσοφίας. Δεν είναι μία ακόμη ανάλυση για τις “αποτυχίες της σύγχρονης δημοκρατίας”. Είναι μία ριζική κριτική της σύγχρονης κοινωνίας, που ξεκινά από το ίδιο της το θεμέλιο: την αποκοπή της από κάθε πνευματική βάση.
Η μετάφραση του Λεωνίδα Τζοβάρα αποδίδει με σαφήνεια και ακρίβεια το απαιτητικό κείμενο του René Guénon, διατηρώντας το αυστηρό ύφος και την εσωτερική συνοχή των όρων. Χωρίς να παρασύρεται σε υπερβολικές ελευθερίες, μεταφέρει τη μεταφυσική αυστηρότητα του πρωτοτύπου, καθιστώντας το προσιτό χωρίς να χάνει τη φιλοσοφική του βαρύτητα. Πρόκειται για μια προσεγμένη απόδοση, που επιτρέπει στον αναγνώστη να κατανοήσει βαθύτερα τις ιδέες του Guénon, χωρίς εκπτώσεις στο περιεχόμενο.
Αν αναρωτιέσαι γιατί η πολιτική μοιάζει ανίκανη να δώσει λύσεις, γιατί οι θρησκευτικοί θεσμοί δείχνουν αδύναμοι, και γιατί η κοινωνία μοιάζει να καταρρέει, τότε αυτό το βιβλίο θα σε κάνει να δεις τον κόσμο με διαφορετικά μάτια.
Αν αναζητάς μια ουσιαστική ερμηνεία της σχέσης θρησκείας και πολιτικής, αυτό το βιβλίο θα σου δώσει μια εντελώς διαφορετική οπτική. ΒΡΕΣ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ