Γράφει ο Θοδωρής Μπόνης
Ο όρος «μελαγχολία» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Ιπποκράτη όταν επιχείρησε κατηγοριοποιήσει τους τέσσερις ζωογόνους χυμούς του ανθρώπινου σώματος κατά αντιστοιχία με τα τέσσερα βασικά στοιχεία που συνθέτουν το σύμπαν: αίμα (αέρας), κίτρινη χολή (φωτιά), μαύρη χολή (γη) και νερό (φλέγμα). Σύμφωνα με το λεγόμενο 30ό πρόβλημα –ο Σένεκας, ο Πλούταρχος και ο Κικέρων το αποδίδουν στον Αριστοτέλη– μελαγχολικός είναι ο τύπος του ιδιοφυούς ανθρώπου που καταπιάνεται με τις τέχνες, τη φιλοσοφία και την ποίηση. Οι άνθρωποι αυτοί χαρακτηρίζονται από μία ιδιαίτερη ευαισθησία και ρέπουν προς την ακατάπαυστη πνευματική αναζήτηση και τον διεισδυτικό στοχασμό.
Με το βιβλίο του Φιλοσοφία της μελαγχολίας: η θλίψη ως ταξίδι αυτεπίγνωσης που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δαιδάλεος ο Γιώργος Ιωαννίδης επιχειρεί να συστήσει στο αναγνωστικό κοινό διάφορες ερμηνείες της μελαγχολίας από την εποχή του Εμπεδοκλή, του Σωκράτη, του Πλάτωνα, τη Μυθολογία, την Αλχημεία μέχρι την Ψυχανάλυση.
Σε αντίθεση με τον Φρόιντ που σχεδόν ταύτιζε την κατάθλιψη με τη μελαγχολία, η οποία εδράζεται σε ένα είδος αυτοαναφορικής θλίψης, ο Ιωαννίδης σπεύδει να επισημάνει στην εισαγωγή του έργου του ότι «ο μελαγχολικός δεν θλίβεται για τον εαυτό του, καθώς το εγώ του βυθίζεται ολοένα και περισσότερο μέσα σε ένα ευρύτερο πέλαγος λύπης» που «αφορά πλέον το σύνολο της ανθρωπότητας. Με βάση την προσέγγιση αυτή, η μελαγχολία διακρίνεται από την κατάθλιψη στον βαθμό που η τελευταία καθιστά το άτομο συναισθηματικά νεκρό. Ο συναισθηματικός κόσμος του μελαγχολικού αποκόπτεται από τα κοινότυπα συναισθήματα που απορρέουν από τα φαινόμενα. Ο μελαγχολικός άνθρωπος στοχάζεται εις βάθος πάνω στην εξωτερική πραγματικότητα και αυτή η αναζήτηση του προξενεί συχνά πνευματικό πόνο, καθώς αντιλαμβάνεται τη διαφορά μεταξύ του πώς είναι ο κόσμος και πώς θα μπορούσε να είναι. Οι νοητικές-φαντασιακές διεργασίες του μυαλού εγκαθίστανται και εμμένουν σε σκοπούς κοινωνικά, ηθικά, πολιτικά, πολιτισμικά απραγματοποίητους. Συνελόντι ειπείν, ο μελαγχολικός άνθρωπος εγκλωβίζεται στο μέλλον και η παροντική κατάσταση γίνεται για αυτόν δυσφορική. Εάν συντελεστεί μία βαθύτατη ψυχική «ρωγμή» στο άτομο, τότε εκείνο αρχίζει να εμφανίζει σημάδια κατάθλιψης. Στην περίπτωση αυτή το άτομο ασθενεί και μερικά από τα συμπτώματα της ασθένειας μπορεί να είναι οι ψευδαισθήσεις, οι παραληρηματικές και αυτοκτονικές τάσεις καθώς και η αντικοινωνικότητα, η σεξουαλική και επαγγελματική δυσλειτουργία.
Παρόλα αυτά, η μελαγχολία δεν συνιστά ούτε ασθένεια, ούτε τρέλα, αλλά προσδιορίζει τον «ανικανοποίητο Σωκράτη», εκείνον που πονά ηθικά και ο πόνος αυτός μπορεί να αναφέρεται στην ανθρώπινη απληστία, την αδικία, την κατασπατάληση των φυσικών πόρων, τον βασανισμό των ζώων και την –κατά τον Λούκατς– πραγμοποίηση της κοινωνικής ζωής. Ο συγγραφέας δεν περιορίζεται στην καταγωγική καταγραφή της μελαγχολίας και στην περιγραφή της με όρους φυσιολογίας και ψυχανάλυσης, αλλά αναφέρεται και στη χρησιμότητα που έχει για το ίδιο το άτομο. Η μελαγχολία εδώ μετατρέπεται σε πλοηγό μιας «αρχέγονης περιπέτειας» που οδηγεί τον ταξιδιώτη του στην αυτεπίγνωση. Ο μελαγχολικός άνθρωπος πονά πνευματικά και ηθικά αλλά έχει τη δυνατότητα να διοχετεύσει το άλγος του για καλό σκοπό. Βρίσκει το νόημα της ζωής (του) στον Άλλον επιστρέφοντας στο σημείο από όπου είχε αποκοπεί προηγουμένως για να λάβει χώρα η ενσυναίσθηση, η κατανόηση, ο σεβασμός και η συμπόνια. Η μελαγχολία προσφέρει εκείνη τη δυνατότητα να δούμε στους συνανθρώπους μας την αντανάκλαση του εαυτού μας.
Γιώργος Ιωαννίδης
Πρόκειται για μία διπλή συνάντηση που επισυμβαίνει μέσα μας: αφενός, με τη συνείδησή μας ως τον ανώτερο εαυτό μας και, αφετέρου, με την ουσία του Άλλου. Αυτή η διπλή και ταυτόχρονη σύζευξη βιώνεται ως «ανάσταση» και ο συγγραφέας την ερμηνεύει πολύ εύστοχα χρησιμοποιώντας τον όρο «μεταστροφή» του υποκειμένου από το «εγώ» στο «είμαι». Από την προσέγγισή του απουσιάζει ο ρόλος της σκέψης που αποτελεί τον κύριο παράγοντα παραπλάνησης της ψυχής. Οι μηχανισμοί της σκέψης είναι αυτοί που πρέπει να περιοριστούν, να γίνουν αντικείμενο διαχείρισης από το άτομο προκειμένου το τελευταίο να βιώνει συνειδητά το παρόν. Το «εδώ και τώρα» μας λέει ο συγγραφέας είναι ο «απόλυτος προορισμός των πραγμάτων» υποδηλώνοντας ότι δεν υπάρχει σκοπός στη ζωή μας, αλλά ο μοναδικός σκοπός είναι η ζωή η ίδια, ενώ το νόημα της ζωής είναι η συνειδητοποίηση της ύπαρξης και η ένωση με τον Άλλον. Στην περίπτωση αυτή, ο μελαγχολικός άνθρωπος διακατέχεται από ενσυναίσθηση και συμπόνια προβαίνοντας στην ύψιστη πράξη της συγχώρεσης. Η συγχώρεση δεν αφορά μόνο τους συνανθρώπους μας αλλά και εμάς τους ίδιους. Αυτός που συγχωρά τον εαυτό του αποδέχεται το παρελθόν του και κάνει το πρώτο βήμα για να βρει την πνευματική του γαλήνη.
Ο Γιώργος Ιωαννίδης γεννήθηκε το 1977 στις Σέρρες. Σπούδασε ψυχολογία στη Θεσσαλονίκη και ψυχανάλυση στο Λονδίνο. Έχει εργαστεί ως ψυχολόγος, ψυχοθεραπευτής και καθηγητής Ψυχολογίας. Μεταξύ των βιβλίων του που έχουν εκδοθεί είναι τα Νεκρονομικόν (2008) και Νεκρονομικόν: Το Μονοπάτι του Μαύρου Θεού (2011) από τις εκδόσεις Αρχέτυπο και τα Ο Δρόμος του Βουβαλιού: Η Σοφία του Βουδισμού Ζεν Μέσα από 10 Εικόνες (2003), Το Ιερό Δισκοπότηρο & το Μυστήριο της Αιώνιας Ζωής (2004), Δαίμονες: Οι Σκοτεινοί Άγγελοι (2006) από τις εκδόσεις Δαιδάλεος.
Συγγραφέας: Γιώργος Ιωαννίδης
Τίτλος: Η φιλοσοφία της μελαγχολίας: Η θλίψη ως ταξίδι αυτεπίγνωσης
Εκδόσεις: Δαιδάλεος
Σελίδες: 104
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ SITE www.tetragwno.gr